Ε: Ποιος λες να είναι ο επόμενος προορισμός; Ν: Βέλγιο! Ε: Βρυξέλλες; Ν: Όχι! Ε: Γάνδη; Ν: Όοοχι! Ε: Αμβέρσα! Ν: Μπριζ! Ε: Μπιρίμπα θα παίξουμε; (Συνεννόηση μπουζούκι και από χαρτιά άσχετη.) Ν: Όχι Μπριτζ, Μπριζ.. Βρύγη πώς αλλιώς να το πω; Ε: Πού είναι αυτό; Ν: Στη Δυτική Φλάνδρα; Ε: Πού; Ν: Στο Βέλγιο!! Ε: Ααα Σοκολάτες θα ‘χει; Ν: Αδιόρθωτη όπως πάντα! Και κάπως έτσι άρχισε ο σχεδιασμός για ένα ακόμη ταξίδι του Travelen. Είχαμε την εντύπωση πως το Βέλγιο δεν είχε να μας προσφέρει κάτι πέρα από την πρωτεύουσα, με το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, και τις φημισμένες σοκολάτες του. Γι’ αυτό και όσα διαβάζαμε για την Μπριζ μας κίνησαν την περιέργεια. Ευτυχώς στην περίπτωσή μας δε σκότωσε τη γάτα, αλλά γέμισε μια σημαντική σελίδα στο βιβλίο των εμπειριών μας.
“Περπατούσαμε μόνοι μας μέσα στην ομίχλη και το λιγοστό φως”
Με μια πρώτη ματιά και έναν μικρό περίπατο διαπιστώνει εύκολα κανείς γιατί η Βρύγη είναι γνωστή ως η μικρή Βενετία του Βορρά. Κανάλια, πετρόχτιστες γέφυρες, λίμνες, πολύχρωμα σπίτια και πλακόστρωτα δρομάκια δένουν αρμονικά μεταξύ τους και συνθέτουν ένα γαλήνιο σκηνικό. Τόσο γαλήνιο που ξεχνάς πως βρίσκεσαι σε μια πόλη με 120.000 κατοίκους. Την πρώτη φορά που την επισκεφτήκαμε, φτάσαμε βράδυ και η πόλη ήταν έρημη. Περπατούσαμε κυριολεκτικά μόνοι μας μέσα στην ομίχλη και το λιγοστό φως. Το περίεργο όμως, σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές πόλεις, ήταν ότι νιώθαμε ασφάλεια ακόμη και εκείνες τις ώρες. Είχαμε διαβάσει πως η εγκληματικότητα της πόλης αγγίζει το 0.5% και μια βόλτα ήταν αρκετή για να το κατανοήσουμε. Ισόγεια σπίτια με τα κλειδιά πάνω στις πόρτες, ορθάνοιχτα παράθυρα, ξεκλείδωτα ποδήλατα και αυτοκίνητα, είναι εικόνες που δε συναντάς πλέον ούτε και στα πιο απομονωμένα χωριά.
Αυτή η ασφάλεια αντανακλάται και στα πρόσωπα των κατοίκων οι οποίοι κινούνται με ήρεμους ρυθμούς, χωρίς άγχος και βιασύνη. Παρόλο που η Μπριζ έχει αρχίσει να κερδίζει έδαφος στο τουριστικό μέτωπο δε φαίνονται ούτε προβληματισμένοι ούτε καχύποπτοι απέναντι στους τουρίστες. Είναι ευγενικοί, εξυπηρετικοί και δε διστάζουν να σου χαρίσουν ένα χαμόγελο ή μια ζεστή καλημέρα. Αυτό όμως που μας έκανε απίστευτη εντύπωση ήταν η διακριτικότητά τους. Περπατούσαμε στα σοκάκια και βλέπαμε πως όλα τα σπίτια είχαν τραβηγμένες τις κουρτίνες και μπορούσες ανά πάσα στιγμή να δεις τι κάνει ο καθένας. Έλα όμως που κανένας περαστικός δε γυρνούσε έστω και για λίγο το βλέμμα του να κοιτάξει μέσα. Στην Ελλάδα ανοίγεις λίγο το παράθυρο να αερίσεις και η κυρία Τούλα έχει μάθει τι φοράς, τι θα φας και που θα είσαι σε 10 χρόνια! Ξέρουμε, ξέρουμε κοινωνικό ενδιαφέρον. Οι Μπριζιώτες πάντως ενδιαφέρονται για το δικό τους σπιτικό, αγαπούν την πόλη τους, την κρατούν καθαρή, ενώ δε χάνουν ευκαιρία για δραστηριότητες ακόμη και τις κρύες και βροχερές μέρες.
“Τι να σου κάνουν τα κοντομάνικα και οι φουστίτσες στους 8 βαθμούς;”
Το κλίμα της Μπριζ δε θα λέγαμε ότι είναι από τα αγαπημένα μας. Τις περισσότερες μέρες του χρόνου ο καιρός είναι βροχερός, ενώ η υγρασία και ο αέρας κάνουν το κρύο αρκετά αισθητό. Ακόμη και το καλοκαίρι η θερμοκρασία σπάνια ξεπερνά τους 20°C, ενώ ο ήλιος παίζει συχνά κρυφτό με τα σύννεφα. Την Άνοιξη, μέσα Μαΐου παρακαλώ, που την επισκεφτήκαμε θα σας πούμε μόνο ότι ολόκληρη βαλίτσα δεν έφτασε για να ζεστάνουμε τα κοκαλάκια μας. Τι να σου κάνουν τα κοντομάνικα και οι φουστίτσες στους 8 βαθμούς;! Η καλύτερη περίοδος για να την επισκεφτείτε είναι από την Άνοιξη έως το Φθινόπωρο. Όχι λόγω καιρού, αλλά γιατί τότε η φύση στολίζει την πόλη με τα πιο όμορφα χρώματα και είναι πιο εύκολο να συνηθίσετε τη μελαγχολική ατμόσφαιρα. Σε κάθε περίπτωση μια ομπρέλα ή ένα αδιάβροχο είναι απαραίτητα για την περιήγησή σας.
Η Βρύγη είναι μια μικρή πόλη και μπορείτε εύκολα να τη γυρίστε με τα πόδια. Οι αποστάσεις είναι κοντινές, δεν υπάρχει κίνδυνος να χαθείτε, ενώ είναι ο καλύτερος τρόπος για να ανακαλύψετε στενά κανάλια, δρόμους, κρυμμένα αξιοθέατα και διαφορετικές γωνιές της πόλης. Οι περισσότεροι κάτοικοι μετακινούνται με ποδήλατο, και φυσικά ως δεινοί ποδηλατιστές δοκιμάσαμε και εμείς να την εξερευνήσουμε πάνω στο δίτροχό μας. Ατελείωτοι ποδηλατόδρομοι, ελάχιστες ανηφόρες, γέφυρες μόνο για ποδήλατα και λίγο ταρακούνημα στους πλακόστρωτους δρόμους του ιστορικού κέντρου, έκαναν τη βόλτα μας αρκετά ξεκούραστη και διασκεδαστική. Στην πόλη δε θα βρείτε μετρό ή τραμ, αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε λεωφορείο, ταξί, αυτοκίνητο και το τουριστικό βανάκι. Τέλος, μια κρουαζιέρα στα κανάλια ή μια ρομαντική βόλτα με άμαξα, μπορούν να γυρίσουν τον χρόνο πίσω και να σας ξεναγήσουν μέσα από διαφορετικές διαδρομές στη μεσαιωνική Βρύγη.
“Καλέ μέχρι και τις σοκολάτες κατάφερα να ξεχάσω..”
Μολονότι έγινε γνωστή από την ταινία In Bruges, με τον αγαπημένο Colin Farrell να προσπαθεί να ξεφύγει στα καλντερίμια της, ήταν κάποτε ένα από τα πιο φημισμένα εμπορικά κέντρα υφασμάτων και πολύτιμων λίθων. Η ευημερία και ο πλούτος της εποχής (13ος – 15ος αι.) αποτυπώθηκαν στην αρχιτεκτονική, στην ιστορία και στον πολιτισμό της. Ευτυχώς μπορούμε να τα θαυμάσουμε μέχρι και σήμερα, καθώς η βέλγικη πόλη έχει καταφέρει να διατηρήσει ανέπαφη την ομορφιά και την αίγλη εκείνης της περιόδου. Με φόντο το πανύψηλο καμπαναριό Belfort, τα πολύχρωμα σπίτια στις πλατείες, τις εκκλησίες, τους πύργους, τις πύλες και φυσικά τα γεφύρια των καναλιών, κάθε εικόνα της πόλης μοιάζει με μεσαιωνική καρτ ποστάλ. Το παραμυθένιο σκηνικό συμπληρώνουν οι μύλοι και τα πάρκα με τις λίμνες, τους κύκνους και την πυκνή τους βλάστηση. Σε κάθε γωνιά κολλάει το βλέμμα και αδειάζει το μυαλό.
Καλέ μέχρι και τις σοκολάτες κατάφερα να ξεχάσω.. Για λίγο όμως. Για την ακρίβεια μόνο για μερικές στιγμές, αφού είναι δύσκολο να ξεχάσει κανείς τις βέλγικες σοκολάτες, κυρίως όταν σε κάθε τετράγωνο συναντάς και από μια σοκολατερί. Ως φανατικοί οπαδοί του εδέσματος τη δοκιμάσαμε σε κάθε της μορφή. Χειροποίητη, συσκευασμένη, ζεστή, κρύα, σε ρόφημα, άσπρη, μαύρη, γάλακτος, με μπαχαρικά (!), με φρούτα και ότι άλλο μπορείτε να φανταστείτε. Όταν δε συνδυαζόταν με φρέσκια βάφλα και φράουλες ήταν μμμ.. μια γλυκιά αμαρτία. Να τρώει το Ελενάκι και του Νίκου να μη δίνει. (Όπως συμβαίνει στις περισσότερες περιπτώσεις άλλωστε.) Εκτός από τις σοκολάτες οι Βέλγοι αγαπούν και το κρέας. Στην πόλη θα συναντήσετε πολλά εστιατόρια με φλαμανδικές σπεσιαλιτέ, οι περισσότερες εκ των οποίων είναι νόστιμες αλλά ολίγον βαριές. Αν και το πιο φημισμένο πιάτο της είναι τα αχνιστά μύδια, (νοστιμότερα ήταν του Παρισιού), εμείς ξετρελαθήκαμε με τα παϊδάκια και το φλαμανδικό στιφάδο.
Το ταξίδι των γεύσεων ολοκληρώνουν οι παγκοσμίου φήμης βέλγικες μπύρες. Γνωρίζαμε πως η χώρα έχει μια μακρά ιστορία στη ζυθοποιία, αλλά δε μπορούσαμε να φανταστούμε την ποικιλία των γεύσεων και των αρωμάτων που είχε να μας προσφέρει. Προσπαθήσαμε να δοκιμάσουμε όσες περισσότερες μπορούσαμε και μέσα σε τρεις μέρες καταφέραμε να πιούμε 5 λίτρα (15 μπουκάλια) ο καθένας. Αν αναλογιστείτε πως ο μέσος Βέλγος πίνει περίπου 255 μπουκάλια το χρόνο, φανταστείτε τι θα γινόταν αν μέναμε λίγο παραπάνω! Περισσότερο μας άρεσαν οι μοναστηριακές, ενώ εντύπωση μας προκάλεσαν τα ανεβασμένα Vol που έφταναν μέχρι το 26%! Όπως καταλαβαίνετε δε χρειαζόμασταν πολλές.. με μια μπύρα ερχόμασταν στο κέφι. Στην πόλη επίσης συναντήσαμε τρεις ζυθοποιίες που είναι ακόμη σε λειτουργία και πολλές παμπ για μπυρο-γευσιγνωσία. Ν: Μπυρο τι;! Ε: Σσσσς! Μόνο έτσι θα δικαιολογηθούμε για τα λίτρα που κατεβάζαμε δίχως τύψεις! Ν: Να δικαιολογηθούμε ή να παρηγορηθούμε; Ε: Εμμ και τα δύο.
Δυστυχώς ούτε οι σοκολατένιες λιχουδιές, ούτε τα ζουμερά παϊδάκια, αλλά ούτε και η εκλεκτή μπύρα κατάφεραν να μας παρηγορήσουν το τελευταίο βράδυ στη Μπριζ. Μόνο η υπόσχεση πως θα την επισκεφτούμε ξανά μας βοήθησε να πάρουμε το δρόμο του γυρισμού. Αν και 3 μέρες είναι αρκετές για να τη γυρίσετε σίγουρα θα νιώσετε πως ο χρόνος δε θα σας φτάσει για να την απολαύσετε. Η Βρύγη μπορεί να είναι μικρή, αλλά σίγουρα δεν περνάει απαρατήρητη. Είναι ο κατάλληλος προορισμός για όσους θέλουν να ξεκουραστούν, να ηρεμίσουν και να γνωρίσουν νέους δρόμους γεύσεων και παλιών εποχών.